Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

            Περιοδικό κινηματογράφου

Σινεμά, κριτική & προβολές στην πόλη

πεδρο αλμοδοβαρ πονος και δοξα

Πέδρο Αλμοδόβαρ

Συνέντευξη
Φαμπιάν Λεμερσιέ

Περιτριγυρισμένος από την ομάδα των ηθοποιών του, ο Ισπανός κινηματογραφιστής Πέδρο Αλμοδόβαρ μίλησε στον διεθνή τύπο για την καινούρια του ταινία, το καταπληκτικό «Πόνος και Δόξα».

 

C: Πώς προσεγγίσατε τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας όταν γυρίσατε την ταινία; 

Πέδρο Αλμοδόβαρ: Αυτή η ταινία δεν είναι μια κυριολεκτική αφήγηση της ζωής μου, αλλά οτιδήποτε συμβαίνει στον πρωταγωνιστή θα μπορούσε να είχε συμβεί και σε εμένα, και μερικά από αυτά τα γεγονότα πράγματι συνέβησαν. Ωστόσο, τα περισσότερα είναι φανταστικά. Όταν ξεκινάω να γράφω ένα σενάριο, οι πρώτες σκηνές έχουν όντως κάποια σύνδεση με τη ζωή μου. Μετά όμως, η μυθοπλασία μπαίνει στο παιχνίδι, και όταν γράφουμε, πρέπει να μένουμε πιστοί στη μυθοπλασία, όχι στην πραγματικότητα. Η μυθοπλασία στον κινηματογράφο πρέπει να είναι πιστευτή, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει μια απομάκρυνση από την πραγματικότητα.  Ένα από αυτά που όντως συνέβησαν στην πραγματική ζωή ήταν το γεγονός ότι είχα μια σχέση που τερματίστηκε, παρ’ όλο που ο έρωτας μας εξακολουθούσε να είναι πολύ ζωντανός. Ωστόσο, οι καταστάσεις με ανάγκασαν να χωρίσω με αυτό το άτομο, και αυτό είναι κάτι αβάσταχτο διότι δεν είναι φυσικό. Η σχέση αυτή ήταν πολύ δυνατή και έπρεπε να την τερματίσω - ήταν σαν να κόβω το ένα μου χέρι. Αυτήν την εμπειρία, που αναμφίβολα έχουν ζήσει πολλοί άνθρωποι, τη βίωσα κι εγώ. Όμως, αντίθετα με την ταινία, δεν συμφιλιώθηκα ποτέ με αυτό.


C: Και σε σχέση με την παιδική ηλικία του κεντρικού χαρακτήρα…; 

ΠΑ: Ποτέ δεν έζησα σε σπηλιά, παρ’ όλο που θα μπορούσε να είχε συμβεί. Σε κάθε περίπτωση, γνωρίζω πώς είναι να έχεις δύσκολα παιδικά χρόνια, αφού η οικογένειά μου αναγκάστηκε να μεταναστεύσει σε μια άλλη περιοχή το 1960. Όμως, όπως και ο μικρός στην ταινία, όλα αυτά τα έζησα μέσα από το βλέμμα ενός εννιάχρονου παιδιού. Ζούσαμε σε έναν δρόμο που όλα τα πεζοδρόμια ήταν σπασμένα, αλλά εγώ ένιωθα ότι ζούσα μέσα σ’ένα γουέστερν. Ως παιδί, δεν αντιλαμβανόμουν τη φοβερή αστάθεια που επικρατούσε τότε στην Ισπανία. Μάζευα, ήδη από τότε, φωτογραφίες από ταινίες και ζούσα μια παράλληλη ζωή που ήταν μακράν καλύτερη της πραγματικότητας.


C: Σε κάποιο σημείο της ταινίας, η μητέρα του πρωταγωνιστή λέει ότι σιχαίνεται την αυτοαφήγηση. 

ΠΑ: Όταν μιλάμε για τους εαυτούς μας, μιλάμε για άλλους ανθρώπους, για τις στιγμές που ζήσαμε μαζί τους. Πρόκειται για ένα πολύ λεπτό ζήτημα, διότι ενώ έχουμε το δικαίωμα να μιλάμε για εμάς τους ίδιους και τις ζωές μας, με τρομοκρατεί ότι, στην πράξη, κάτι τέτοιο μπορεί να επηρεάσει τη ζωή άλλων ανθρώπων. Επομένως, είμαι πολύ προσεκτικός και μελετώ την κάθε λεπτομέρεια με μεγεθυντικό φακό. Η αλήθεια είναι ότι όλα τα θέματα που θίγονται στην ταινία είναι σημαντικά: η οικογένεια, η μητέρα, η επιθυμία, η δουλειά, η δημιουργικότητα, η παιδική ηλικία κλπ. Όλα με αντιπροσωπεύουν και, μέσα από την ταινία, φανερώνεται πώς αισθάνομαι σε σχέση με αυτά. Δεν μπορώ να σας δώσω αναλογίες ή να σας πω σε ποιο ποσοστό αποτυπώνουν την πραγματικότητα και σε ποιο τη μυθοπλασία. Αυτό που μετράει είναι η μίξη αυτών των δύο. Για παράδειγμα, υπάρχει μια πολύ σημαντική σκηνή -μια σκηνή αυτοσχεδιασμού, αφού γράφτηκε το προηγούμενο βράδυ από το γύρισμα- όπου η μητέρα λέει στον γιο της: «Δεν ήσουν καλός γιος». Είναι μια φράση πραγματικά σκληρή. Στην επόμενη σκηνή, στην ταράτσα, ο γιος απολογείται για το ότι δεν υπήρξε ο γιος που αυτή επιθυμούσε, και σε απάντηση εισπράττει μια ψυχρή σιωπή από την πλευρά της μητέρας. Αυτή η σκηνή δεν υπήρξε ποτέ στην πραγματική μου ζωή - ποτέ δεν έκανα τέτοια συζήτηση με τη μητέρα μου. Μερικές φορές όμως, μέσα από τη μυθοπλασία, ανακαλύπτουμε συγκεκριμένα πράγματα για τους εαυτούς μας, διότι αυτή η σκηνή, την οποία δεν βίωσα ποτέ εγώ ο ίδιος, αντιπροσωπεύει πράγματι κάτι πολύ σημαντικό για τη ζωή μου, τον τρόπο με τον οποίο με έβλεπαν οι άλλοι ως παιδί, σαν να ήμουν κάτι παράξενο. Αυτό που θέλω να δείξω σε αυτήν τη σκηνή είναι αυτό που έβλεπα στα μάτια των άλλων στο χωριό· αλλά και στο σχολείο, σε εσωτερικό σχολείο όπου πήγαινα, αυτό που έβλεπα στα μάτια των άλλων παιδιών. Όταν είσαι παιδί, αυτού του τύπου η απόρριψη είναι ταπεινωτική, είναι μια εμπειρία πολύ σκληρή - τόσο σκληρή όσο το να λέει μια μητέρα στον γιο της ότι δεν υπήρξε καλός γιος. 


C: Η ταινία λέγεται «Πόνος και Δόξα», αλλά μιλάει περισσότερο για τον πόνο -τον ανθρώπινο πόνο εν γένει, αλλά και τον πόνο της δημιουργίας- και πολύ λιγότερο για τη δόξα. Για έναν κάπως βασανισμένο καλλιτέχνη όπως αυτόν στην ταινία, η δόξα αποτελεί εμπόδιο ή κινητήριο δύναμη; 

ΠΑ: Μπορεί και τα δύο. Στην ταινία, η δόξα που απολαμβάνει ο πρωταγωνιστής απεικονίζεται μέσα από το μέρος που ζει, και από το γεγονός ότι μας πληροφορεί πως έζησε μια ζωή πολύ πιο εκθαμβωτική από αυτή που ζει τώρα. Παρά τα όσα υπέφερε, έχει ένα πολύ όμορφο διαμέρισμα και ζει σ’ ένα υπέροχο μέρος, περιτριγυρισμένος από θαυμάσια έργα τέχνης. Ήθελα να σχετικοποιήσω τον πόνο του κεντρικού χαρακτήρα, ειδικά σε σύγκριση με τον πόνο που βιώνουν άλλοι, οι οποίοι δεν έχουν τους οικονομικούς πόρους να βρουν στηρίγματα. Όπως λέει ο γιατρός στον πρωταγωνιστή: «Υπάρχουν άνθρωποι που είναι πολύ χειρότερα από ‘σένα κι έχουν προτεραιότητα».


C: Τι γίνεται με τον εθισμό; 

ΠΑ: Ο μεγαλύτερος εθισμός του χαρακτήρα που ενσαρκώνει ο Αντόνιο Μπαντέρας είναι η απελπισία που αισθάνεται όταν συνειδητοποιεί ότι, για λόγους υγείας, δεν έχει πλέον τις δυνάμεις να γυρίσει άλλες ταινίες. Ο μεγαλύτερός μου εθισμός σήμερα είναι το σινεμά - είτε το δω ως θεατής είτε ως αφηγητής. 

 

Cinematek Τ. 7